αμαξόθυρα

αμαξόθυρα

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "αμαξόθυρα" в других словарях:

  • αμαξόθυρα — αμαξόθυρα, η και αμαξόπορτα, η πόρτα αυλής από την οποία μπορούν να μπουν αμάξια: Η αυλή έχει και αμαξόπορτα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αμαξόθυρα — η βλ. αμαξόπορτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < άμαξα ή αμάξι + θύρα] …   Dictionary of Greek

  • αμαξόπορτα — ή αμαξόθυρα, η 1. μεγάλη πόρτα αυλής ή οικοδομής από την οποία μπαίνουν ή βγαίνουν άμαξες 2. πόρτα τής άμαξας. [ΕΤΥΜΟΛ. < άμαξα ή αμάξι + πόρτα] …   Dictionary of Greek

  • αμαξόπορτα — η βλ. αμαξόθυρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»